Αιτιολογικοί παράγοντες του κερατόκωνου:

Παρά τις συνεχιζόμενες έρευνες η αιτιολογία του παραμένει ουσιαστικά άγνωστη. Θεωρείται γενικά κληρονομική ασθένεια και ενοχοποιούνται για την εμφάνισή της πολλοί παράγοντες και κυρίως ανωμαλίες της δομής ή του μεταβολισμού των διαφόρων τμημάτων του κερατοειδούς.

Παλαιότερα εθεωρείτο σπάνια πάθηση ίσως γιατί δεν υπήρχαν τα διαγνωστικά μέσα για να ανιχνευθεί σε αρχικό στάδιο. Σήμερα γνωρίζουμε ότι δεν είναι τόσο σπάνια. Στην Ελλάδα έχουμε περισσότερα από 20.000 άτομα (περίπου 1 ανά 2.000 κατοίκους) με κερατόκωνο.

Εμφανίζεται συνήθως στην εφηβεία όπου και εξελίσσεται σχετικά γρήγορα, στη συνέχεια επιβραδύνεται ο ρυθμός εξέλιξης και σταματά περίπου στα 35 χρόνια ζωής.

Πιστεύεται ότι η γενετική, το περιβάλλον και το ενδοκρινικό σύστημα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην δημιουργία του κερατόκωνου:


Γενετική:

Μια επιστημονική άποψη είναι η κληρονομική προέλευσή του κερατόκωνου, διότι σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνεται να σχετίζεται με το οικογενειακό ιστορικό. Από τις πληροφορίες που διαθέτουμε σήμερα υπάρχουν λιγότεροι από 1/10 κερατοκωνικούς ασθενείς που έχουν σχέση εξ αίματος με άλλον ασθενή που νοσεί. Στην πλειοψηφία των ασθενών με κερατόκωνο τα άλλα μέλη της οικογένειας τους δε παρουσιαζούν τη νόσο.


Περιβαλλοντική:

Οφθαλμική τριβή: Ο κερατοκωνικός κερατοειδής είναι πιο εύκολο να καταστραφεί από ήσσονος σημασίας τραύμα, όπως το τρίψiμο των ματιών. Οι φακοί επαφής που δεν εφαρμόζουν καλά στον κερατοειδή (τριβή στον ανώμαλο κερατοκωνικό κερατοειδή) έχουν προταθεί ως μια πιθανή αιτία κερατόκωνου. Αυτό δεν έχει αποδειχθεί και παραμένει αμφίβολο.
Αλλεργίες: Πολλοί πολίτες που έχουν συχνά αλλεργίες (που προκαλούν φαγούρα και ερεθισμό των ματιών, γεγονός που οδηγεί σε τριβή των ματιών), συνδυάζονται με τη παρουσία κερατόκωνου. Ωστόσο η συσχέτιση με την αλλεργική νόσο επίσης παραμένει ασαφής. Ένα πολύ υψηλό ποσοστό ασθενών με κερατόκωνο έχουν ατοπική νόσο σε σχέση με το γενικό πληθυσμό. Διαταραχές, όπως η αλλεργική ρινίτιδα, έκζεμα, άσθμα, και οι αλλεργίες στα τρόφιμα θεωρούνται ατοπικές και συνιστάται να αποφεύγεται η τριβή των ματιών όσο το δυνατόν περισσότερο.
Οξειδωτικό stress: Ορισμένες μελέτες δείχνουν μια ανώμαλη επεξεργασία των ριζών υπεροξειδάσης στον κερατοκωνικό κερατοειδή και μια συμμετοχή του οξειδωτικού stress στην παθογένεια της νόσου. Οι κερατοκωνικοί κερατοειδείς χάνουν την ικανότητα να αυτοεπισκευάζουν συνήθεις βλάβες που αποκαθίστανται εύκολα από τους φυσιολογικούς κερατοειδείς. Όπως όλοι οι ιστοί του σώματος, ο κερατοειδής δημιουργεί επιβλαβή υποπροϊόντα του μεταβολισμού των κυττάρων που ονομάζονται ελεύθερες ρίζες. Οι φυσιολογικοί κερατοειδείς, όπως και κάθε άλλος ιστός του σώματος, έχουν ένα αμυντικό σύστημα για να εξουδετερώσει αυτές τις ελεύθερες ρίζες, ώστε να μην βλάπτουν το κολλαγόνο, το διαρθρωτικό τμήμα του κερατοειδούς, αποδυναμώνοντάς το σε τέτοιο βαθμό ώστε ο κερατοειδής να διογκωθεί και συγχρόνως να λεπτύνει. Οι κερατοκωνικοί κερατοειδείς δεν διαθέτουν την ικανότητα να εξαλείψουν τις ελεύθερες ρίζες, έτσι παραμένουν στον ιστό και μπορεί να προκαλέσουν δομική βλάβη.
UVA ακτινοβολία.


Ορμονική:

Μια άλλη υπόθεση είναι ότι το ενδοκρινικό σύστημα μπορεί να συμμετέχει, διότι ο κερατόκωνος γενικά ανιχνεύεται στην πρώτη εφηβεία και εξελίσσεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η θεωρία αυτή εξακολουθεί να είναι αμφιλεγόμενη και δεν έχει αποδειχτεί.

COM_CONTENT_TAGS

 

 

eksoplismos