Το Eye Clinic είναι πιστοποιημένο με το διεθνές ISO 9001:2008 για την διαχείρηση της ποιότητας των υπηρεσιών μας. Επίσης έχουμε την χαρά να είμαστε η πρώτη και μόνη Μονάδα Υγείας στην Ελλάδα που έχει το εξειδικευμένο πρότυπο για μονάδες υγείας EN 15224:2012 για την διαχείρηση ποιότητας των Ιατρικών Υπηρεσιών μας.
Ορισμένες φορές μια μικρή τρύπα μπορεί να εμφανισθεί στο κέντρο του αμφιβληστροειδή. Αυτή η πάθηση ονομάζεται οπή ωχράς κηλίδας. Επειδή επηρεάζει το κέντρο του αμφιβληστροειδή (που ονομάζεται ωχρά κηλίδα), μπορεί να προκαλέσει παραμόρφωση και ένα κενό σημείο στο κέντρο της όρασής σας.
Όταν είναι σε αρχικά στάδια υπάρχει περίπτωση η οπή αυτή να κλείσει από μόνη της και να βελτιωθεί η όραση. Αν όμως η οπή της ωχράς κηλίδας φτάσει σε προχωρημένο στάδιο είναι απίθανο να βελτιωθεί από μόνη της και τότε απαιτείται χειρουργική επέμβαση.
Η επέμβαση αυτή ονομάζεται υαλοειδεκτομή. Κατά τη διάρκεια αυτής της χειρουργικής επέμβασης η γέλη που γεμίζει το μάτι (που ονομάζεται υαλοειδές) αφαιρείται και αντικαθίσταται από υγρό (φυσιολογικό ορό). Μια μικρή μεμβράνη συχνά αφαιρείται από την επιφάνεια του αμφιβληστροειδή στην περιοχή της οπής προκειμένου να διευκολυνθεί το κλέισιμο της οπής. Στο τέλος της χειρουργικής επέμβασης μια φυσαλίδα αερίου τοποθετείται στο μάτι. Μετά τη χειρουργική επέμβαση, η φυσαλίδα πιέζει απαλά την οπή και τη διευκολύνει να κλείσει. Για να πάρει η φυσαλίδα τη σωστή θέση πάνω από την οπή της ωχράς κηλίδας ο ασθενής συχνά χρειάζεται να καθίσει μπρούμυτα για ένα χρονικό μέρος της ημέρας για διάστημα μέχρι και μια εβδομάδα. Η φυσαλίδα αερίου απορροφάται σιγά-σιγά σε διάστημα δύο εβδομάδων. Η ικανότητά σας να ταξιδέψετε με αεροπλάνο ή σε μεγαλύτερο υψόμετρο περιορίζεται κατά το χρονικό διάστημα που η φυσαλίδα είναι στο μάτι σας.
Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει η δυνατότητα να αποφύγουμε τη χειρουργική επέμβαση και αντί αυτής να γίνει ενδοϋαλοειδκή έγχυση ενός φαρμάκου που έχει την ικανότητα να προάγει το κλείσιμο των οπών. Η μέθοδος αυτή είναι πολύ καινούργια και δεν εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις.
Μόλις η οπή της ωχράς κηλίδας κλείσει, υπάρχει συχνά βελτίωση στην όραση, καλύτερη ικανότητα διαβάσματος και βελτίωση της παραμόρφωσης και του τυφλού σημείου στην κεντρική όραση. Στην περίπτωση που υπάρχει βελτίωση της όρασης, μπορεί να περάσουν αρκετοί μήνες μέχρι να συμβεί αυτό.
Για τη διάγνωση της οπής είναι απαραίτητη η διενέργεια ειδικής εξέτασης, που είναι η Οπτική Τομογραφία Συνοχής.
Η Κεντρική Ορώδης Χοριοαμφιβληστροειδίτιδα είναι μια πάθηση του αμφιβληστροειδούς κατά την οποία συσσωρεύεται υγρό ανάμεσα στις στιβάδες του αμφιβληστροειδούς.
Είναι πιο συχνή στους άνδρες ηλικίας 25-45 χρονών και η εμφάνισή της μειώνεται όσο αυξάνεται η ηλικία. Όταν το υγρό εντοπίζεται στο κεντρικό σημείο της όρασης, δηλαδή στην ωχρά κηλίδα, οι ασθενείς παρατηρούν μείωση της όρασης, θάμπωμα, ξεθώριασμα των χρωμάτων και την αίσθηση ότι βλέπουν μέσα από νερό ή μια κηλίδα. Αν δεν καταλαμβάνει την ωχρά κηλίδα τα συμπτώματα μπορεί να είναι πολύ ήπια ή και μηδαμινά.
Τις περισσότερες φορές είναι αυτοϊάσιμη και υποχωρεί μέσα σε 6 μήνες, αλλά οι υποτροπές και η επανεμφάνιση των συμπτωμάτων δεν είναι σπάνιες. Υπάρχει συσχέτιση με τη λήψη κορτιζόνης και ειναι πιο συχνή σε άτομα με αγχώδη προσωπικότητα. Κατά την αρχική επίσκεψη είναι απαραίτητη η διενέργεια Οπτικής Τομογραφίας Συνοχής (OCT) για την επιβεβαίωση της διάγνωσης και την χαρτογράφηση του οιδήματος.
Πολλές φορές είναι αναγκαία και η φλουοραγγειογραφία που αναδεικνύει τα σημεία διαρροής που προκαλούν τη συλλογή του υγρού. Με τις εξετάσεις αυτές διαπιστώνεται αν υπάρχει βελτίωση ή επιδείνωση κατά την αρχική παρακολούθηση.
Αν δεν υποχωρεί υπάρχει η δυνατότητα εφαρμογής laser ή ήπιας φωτοδυναμικής θεραπείας ώστε να «κλείσουν» τα σημεία διαρροής.
Αποφράξεις αμφιβληστροειδικής φλέβας συμβαίνουν όταν οι μικρές φλέβες στον αμφιβληστροειδή ξαφνικά κλείσουν για κάποιο χρονικό διάστημα. Αυτό οδηγεί σε απότομη αύξηση της πίεσης του αίματος στην προσβεβλημένη περιοχή του αμφιβληστροειδή με αποτέλεσμα αίμα να διαρρέει από τις φλέβες στον αμφιβληστροειδή, βλάπτοντας συχνά μέρος αυτού. Οι αποφράξεις αμφιβληστροειδικής φλέβας μπορεί να ποικίλουν σε μεγάλο βαθμό στη σοβαρότητά τους. Μερικές φορές η όραση δεν επηρεάζεται, άλλες φορές όμως μπορεί να επηρεαστεί σοβαρά.
Η απώλεια όρασης στην απόφραξη φλέβας οφείλεται στο ότι τα αγγεία του αμφιβληστροειδή αποφράσσονται μόνιμα, γεγονός που παρεμποδίζει την κυκλοφορία του αίματος και οδηγεί σε έλλειψη οξυγόνου (ισχαιμία ) στον αμφιβληστροειδή. Η όραση επίσης επηρεάζεται όταν υπάρχει διαρροή από τα αγγεία του αμφιβληστροειδή. Μπορεί να υπάρχει διαρροή ορού από τα αγγεία στον αμφιβληστροειδή προκαλώντας πάχυνση και οίδημα αυτού και επιτρέποντας τη συσσώρευση πρωτεϊνών και λιπιδίων. Όταν η πάχυνση συμβαίνει στο κέντρο του αμφιβληστροειδή , στην ωχρά κηλίδα, προκαλεί μεγάλο θάμβος όρασης (οίδημα ωχράς κηλίδας). Για τη διάγνωση της απόφραξης είναι απαραίτητη η βυθοσκόπηση και ειδικές εξετάσεις όπως η Οπτική Τομογραφία Συνοχής και η φλουοραγγειογραφία.
Το οίδημα ωχράς κηλίδας αντιμετωπίζεται με ενέσεις στο μάτι ή με laser. Ορισμένες φορές ανώμαλα αγγεία μπορεί να αναπτυχθούν στο μάτι μετά από μία απόφραξη φλέβας. Αυτή η επιπλοκή ονομάζεται νεοαγγείωση. Μπορεί να προκαλέσει αιμορραγία στο μάτι ή να αυξήσει την πίεση του ματιού (κατάσταση που ονομάζεται νεοαγγειακό γλάυκωμα) γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική απώλεια όρασης ή και πόνο. Αν η διάγνωση γίνει στα αρχικά στάδια, θεραπεία με laser ή ενέσεις στο μάτι μπορεί να περιορίσει περαιτέρω βλάβη . Αν πάσχετε από απόφραξη φλέβας αμφιβληστροειδή ,πρέπει να υποβάλεστε σε τακτικό οφθαλμολογικό έλεγχο, ιδιαίτερα τον πρώτο χρόνο προκειμένου να ανιχνευθεί έγκαιρα η νεοαγγείωση και να αντιμετωπισθεί.
Ασθενείς που εμφανίζουν απόφραξη φλέβας αμφιβληστροειδή είναι πολύ πιθανό να πάσχουν και από άλλες παθήσεις , όπως σακχαρώδη διαβήτη, αρτηριακή υπέρταση, υπερλιπιδαιμία ή στεφανιαία νόσο.Οι ασθενείς πρέπει να υποβάλλονται σε γενικό έλεγχο προκειμένου να διαπιστωθεί αν πάσχουν από κάποια από αυτές τις παθήσεις.
Απόφραξη αρτηρίας αμφιβληστροειδή συμβαίνει όταν μικρά αιμοφόρα αγγεία στον αμφιβληστροειδή ξαφνικά κλείνουν για κάποιο χρονικό διάστημα. Αυτό οδηγεί σε σοβαρή βλάβη στην προσβεβλημένη περιοχή του αμφιβληστροειδή προκαλώντας συχνά ξαφνική απώλεια όρασης που συνήθως είναι ανώδυνη. Η απόφραξη αρτηρίας αμφιβληστροειδή μπορεί να επηρεάσει ολόκληρο τον αμφιβληστροειδή οδηγώντας σε απώλεια τόσο της κεντρικής όσο και της περιφερικής όρασης. Η απόφραξη αρτηρίας αμφιβληστροειδή μπορεί επίσης να επηρεάσει μόνο ένα τμήμα του αμφιβληστροειδή προκαλώντας απώλεια ενός τμήματος της κεντρικής ή της περιφερικής όρασης.
Ορισμένες φορές ανώμαλα αγγεία μπορεί να αναπτυχθούν στο μάτι μετά από μία απόφραξη αρτηρίας. Αυτή η επιπλοκή ονομάζεται νεοαγγείωση. Μπορεί να προκαλέσει αιμορραγία στο μάτι ή να αυξήσει την πίεση του οφθαλμού (κατάσταση που ονομάζεται νεοαγγειακό γλάυκωμα) γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε ακόμα πιο σοβαρή απώλεια όρασης ή πόνο. Αν η διάγνωση γίνει στα αρχικά στάδια, θεραπεία με laser ή ενέσεις στο μάτι μπορεί να περιορίσει περαιτέρω βλάβη. Για τη διάγνωση της απόφραξης είναι απαραίτητη η βυθοσκόπηση και ειδικές εξετάσεις όπως η Οπτική Τομογραφία Συνοχής και η φλουοραγγειογραφία. Αν πάσχετε από απόφραξη αρτηρίας αμφιβληστροειδή, πρέπει να υποβάλεστε σε τακτικό οφθαλμολογικό έλεγχο, ιδιαίτερα τον πρώτο χρόνο προκειμένου να ανιχνευθεί έγκαιρα η νεοαγγείωση και να αντιμετωπισθεί.
Ασθενείς που εμφανίζουν απόφραξη αρτηρίας αμφιβληστροειδή είναι πολύ πιθανό να πάσχουν και από άλλες παθήσεις , όπως σακχαρώδη διαβήτη, αρτηριακή υπέρταση, υπερλιπιδαιμία ή στεφανιαία νόσο. Μπορεί επίσης να εμφανίζουν κάποια πάθηση στην καρωτίδα ή στην καρδιά γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια άλλη απόφραξη αμφιβληστροειδικής αρτηρίας ή ακόμα και σε ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Οι ασθενείς πρέπει να υποβάλλονται σε γενικό έλεγχο προκειμένου να διαπιστωθεί αν πάσχουν από κάποια από αυτές τις παθήσεις.
Η Heidelberg Τομογραφία Κερατοειδούς στηρίζεται σε ένα σύστημα σάρωσης το οποίο είναι σχεδιασμένο να λαμβάνει τριδιάστες εικόνες του οπίσθιου τμήματος του ματιού. Επιτρέπει την λήψη ποστικών πληροφοριών για την αξιολόγηση της τοπογραφίας των δομών του οφθαλμού με έμφαση στην τοπογραφία του αμφιβληστροειδούς και με σκοπό την παρακολούθηση πιθανών τοπογραφικών αλλαγών.
Τοπογραφία Οπτικής Θηλής
Βυθοσκόπηση ονομάζεται η εξέταση με τη βοήθεια ειδικών φακών του εσωτερικού τμήματος του οφθαλμού, που ονομάζεται και βυθός. Πρόκειται για την πιο σημαντική εξέταση σε ένα οφθαλμολογικό έλεγχο γιατί μέσω της εξέτασης του αμφιβληστροειδούς, της ωχράς κηλίδας, των αγγείων και του οπτικού νεύρου επιτυγχάνεται η έγκαιρη διάγνωση όχι μόνο οφθαλμολογικών παθήσεων (π.χ.ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας, διαβητικής αμφ/πάθειας, γλαυκώματος, ρωγμών και αποκόλλησης αμφ/δους) αλλά και συστηματικών παθήσεων όπως η υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριοσκλήρυνση κα.
Η βυθοσκόπηση απαιτεί τη χρήση σταγόνων για να γίνει μυδρίαση, δηλαδή η διαστολή της κόρης. Στη συνέχεια ο οφθαλμίατρος χρησιμοποιεί ειδικούς διαγνωστικούς φακούς και οφθαλμοσκόπια για να εξετάσει το οπίσθιο ημιμόριο του οφθαλμού.
Μυδρίαση ονομάζεται η διαστολή της κόρης του οφθαλμού. Γίνεται με την ενστάλλαξη σταγόνων ειδικών κολλυρίων (μυδριατικών) και απαιτεί ένα χρονικό διάστημα 15-20 λεπτών. Η μυδρίαση επιτρέπει την λεπτομερή εξέταση του οπισθίου τμήματος του οφθαλμού, τη βυθοσκόπηση, τη λήψη φωτογραφιών βυθού και εξετάσεις όπως η φλουοραγγειογραφία και η αγγειογραφία με ινδοκυανίνη.
Τα κολλύρια αυτά προκαλούν ένα παροδικό θάμβος στην όραση, το οποίο είναι εντονότερο στο διάβασμα και τις κοντινές εργασίες. Επίσης, επειδή μπαίνει περισσότερο φως στο μάτι προκαλεί φωτοευαισθησία και δυσκολία στην οδήγηση. Τα συμπτώματα αυτά συνήθως διαρκούν για 3-4 ώρες μετά την εξέταση.
Από το 1956, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν ηχητικά κύματα υψηλής συχνότητας (υπερηχογράφημα), για την εξέταση του οφθαλμού και τη διάγνωση διαταραχών που μπορεί να μην είναι ορατές με τη χρήση φωτός. Η ερμηνεία των ακουστικών ανακλάσεων από τους οφθαλμικούς ιστούς αυτών των κυμάτων υπερήχων ονομάζεται οφθαλμικό υπερηχογράφημα.
Οι υπέρηχοι παράγονται από ένα μικρό στυλεό ο οποίος τοποθετείται απ 'ευθείας επί του οφθαλμού μετά την εφαρμογή μιας τοπικής αναισθησίας και την παρεμβολή ενός ζελέ. Ο ίδιος ανιχνευτής χρησιμοποιείται για τη συλλογή των ανακλουμενων υπερήχων οι οποίοι επεξεργάζονται και δημιουργούν την εικόνα της εξεταζόμενης περιοχής. Είναι μια ανώδυνη, μη επεμβατική τεχνική που μπορεί εύκολα να πραγματοποιηθεί στην κλινική, στο κρεβάτι του ασθενούς ή στο χειρουργείο και διαρκεί μόλις 5 λέπτα. Επιπλέον, υπέρηχος μπορεί εύκολα να πραγματοποιηθεί και σε παιδιά χωρίς νάρκωση.
Ένα σημαντικό πλεονέκτημα του υπερηχογραφήματος είναι ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε άτομα που έχουν θολά διαθλαστικά μέσα , όπως ο καταρράκτης, θόλωση κερατοειδούς, ή αιμορραγία στο υαλοειδές υγρό.. Σε αντίθεση με την αξονική τομογραφία CT, η οποία χρησιμοποιεί δυνητικά επιβλαβή ακτινοβολία, η υπερηχογραφία χρησιμοποιεί υψηλής συχνότητας ηχητικά κύματα σε μία ένταση που φαίνεται να είναι πολύ ασφαλής για τους ιστούς. Μία από τις πιο συχνές ενδείξεις για οφθαλμική υπερηχογράφημα είναι η εξέταση του αμφιβληστροειδή σε διαβητικούς ασθενείς που έχουν αναπτύξει η αιμορραγία του υαλώδους, για να διαπιστωθεί αν έχουν αναπτύξει αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς.
Επίσης, το Οφθαλμικό υπερηχογράφημα είναι πολύ χρήσιμο στη διαφοροποίηση μεταξύ των διαφόρων ενδοφθάλμιων όγκων αλλά και για την εξέταση των δομών των μαλακών ιστών γύρω από το μάτι. Λοιμώξεις, όγκοι, συγγενείς ανωμαλίες, μετατραυματικές διαταραχές, και πολλά άλλα προβλήματα μπορεί να διαγνωστούν αξιόπιστα και να παρακαλουθούνται κλινικά με τη χρήση υπερήχων.
Η αγγειογραφία με ινδοκυανίνη είναι μια απεικονιστική - διαγνωστική μέθοδος που, όπως και η φλουοραγγειογραφία, χρησιμοποιείται για την εξέταση του οπισθίου τμήματος του οφθαλμού, δηλαδή του αμφιβληστροειδούς χιτώνα, των αγγείων του οφθαλμού και του οπτικού νεύρου. Για να γίνει είναι απαραίτητη η ενδοφλέβια χορήγηση μιας ειδικής χρωστικής ουσίας (σαν σκιαγραφικό), που ονομάζεται ινδοκυανίνη. Η χρωστική αυτή περνάει από τα αγγεία του ματιού και τα σκιαγραφεί. Εκείνη τη στιγμή γίνεται συνεχής λήψη φωτογραφιών με ειδική φωτογραφική μηχανή (κάμερα βυθού). Με τον τρόπο αυτό ελέγχεται η διαβατότητα των αγγείων, η ταχύτητα ροής του αίματος, αναδεικνύονται τυχόν διαρροές και αποκαλύπτονται παθολογικά αγγεία.
Με παρόμοιο τρόπο με τη φλουοραγγειογραφία. Αρχικά γίνεται ενστάλαξη κολλυρίων για να ανοίξει η κόρη του ματιού (μυδρίαση). Η διαστολή της κόρης γίνεται μετά από 15-30 λεπτά. Στη συνέχεια τοποθετείται φλεβοκαθετήρας στο χέρι του ασθενούς και γίνεται η έγχυση της χρωστικής. Ταυτόχρονα γίνεται συνεχής λήψη φωτογραφιών για περίπου 30' λεπτά.
Λόγω των μοριακών διαφορών που έχουν οι δύο ουσίες διαφέρουν ως προς τα αγγεία που απεικονίζουν. Έτσι, με την φλουοραγγειογραφία γίνεται η μελέτη των αγγείων του αμφιβληστροειδούς ενώ με την ινδοκυανίνη γίνεται η μελέτη των αγγείων του χοριοειδούς. Ο χοριοειδής είναι ο χιτώνας που βρίσκεται κάτω από τον αμφιβληστροειδή και είναι πολύ πλούσιος σε αιμοφόρα αγγεία.
Όταν οι βλάβες που θέλουμε να μελετήσουμε δεν βρίσκονται επιφανειακά στον αμφιβληστροειδή αλλά πιο βαθιά στον χοριοειδή τότε χρειάζεται η αγγειογραφία με ινδοκυανίνη.
Πολλές φορές είναι απαραίτητες και οι δύο εξετάσεις για να γίνεται συγκριτική μελέτη των αποτελεσμάτων και να παίρνουμε πληροφορίες για ολόκληρο το αγγειακό δίκτυο του οφθαλμού.
Η πιο συχνή εφαρμοφή της αγγειογραφίας με ινδοκυανίνη είναι η χοριοειδική νεοαγγείωση, μορφώματα χοριοειδούς και αποκολλήσεις του μελαγχρόου επιθηλίου.
Η φλουοραγγειογραφία είναι μια απεικονιστική - διαγνωστική μέθοδος που χρησιμοποιείται για την εξέταση του οπισθίου τμήματος του οφθαλμού, δηλαδή του αμφιβληστροειδούς χιτώνα, των αγγείων του οφθαλμού και του οπτικού νεύρου. Για να γίνει είναι απαραίτητη η ενδοφλέβια χορήγηση μιας ειδικής χρωστικής ουσίας (σαν σκιαγραφικό), που ονομάζεται φλουορεσεϊνη. Η χρωστική αυτή περνάει από τα αγγεία του ματιού και τα σκιαγραφεί. Εκείνη τη στιγμή γίνεται συνεχής λήψη φωτογραφιών με ειδική φωτογραφική μηχανή (κάμερα βυθού). Με τον τρόπο αυτό ελέγχεται η διαβατότητα των αγγείων, η ταχύτητα ροής του αίματος, αναδεικνύονται τυχόν διαρροές και αποκαλύπτονται παθολογικά αγγεία.
Αρχικά γίνεται ενστάλαξη κολλυρίων για να ανοίξει η κόρη του ματιού (μυδρίαση). Η διαστολή της κόρης γίνεται μετά από 15-30 λεπτά. Στη συνέχεια τοποθετείται φλεβοκαθετήρας στο χέρι του ασθενούς και γίνεται η έγχυση της χρωστικής. Ταυτόχρονα γίνεται συνεχής λήψη φωτογραφιών για περίπου 5-8 λεπτά.
Γίνεται όταν υπάρχει η υποψία μιας πάθησης του αμφιβληστροειδούς κατά την διάρκεια μιας οφθαλμολογικής εξέτασης. Επίσης, ζητείται αυτή η εξέταση όταν θέλουμε να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη μιας νόσου ή το αποτέλεσμα μιας θεραπείας. Οι παθήσεις, για τις οποίες γίνεται συχνότερα η φλουοραγγειογραφία είναι η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και η εκφύλιση της ωχράς κηλίδος. Ο σκοπός είναι να γνωρίσουμε την έκταση των βλαβών και την ύπαρξη ή όχι παθολογικών νεοαγγείων για να κανουμε ή όχι θεραπεία με laser. Υπάρχουν και άλλες παθήσεις του αμφιβληστροειδούς για τις οποίες κάνουμε φλουοραγγειογραφία και έχουν να κάνουν με αυτοάνοσες, φλεγμονώδεις, εκφυλιστικές και κληρονομικές νόσους του βυθού του οφθαλμού.
Οι υπολογιστές μας επιτρέπουν σήμερα να έχουμε μια ψηφιακή ανάλυση της εξέτασης και έτσι στη θέση της ειδικής φωτογραφικής μηχανής και του φίλμ έχουμε πιο εξελιγμένα μηχανήματα λήψης και απεικόνησης, ένα υπολογιστή και ένα εκτυπωτή για την άμεση εκτύπωση των φωτογραφιών. Το πλεονέκτημα είναι ότι δεν περιμένουμε πια την εμφάνιση του φίλμ, έχουμε άμεση και καλύτερη ανάλυση της εικόνας και κατά συνέπεια της βλάβης και μπορούμε να επέμβουμε με το laser εφόσον χρειαστεί.
Ο ασθενής που υποβάλλεται στην εξέταση θα αποκτήσει μια κίτρινη χροιά στο δέρμα του από την χρωστική ενώ τα ούρα θα είναι πιο σκούρα για τις επόμενες 24 ώρες. Αυτό είναι κάτι που θεωρείται φυσιολογικό και δεν πρέπει να ανησυχεί ο εξεταζόμενος.
Έχουν παρατηρηθεί ήπιες παροδικές ενοχλήσεις από το στομάχι, σε σπάνιες περιπτώσεις, αλλεργικές αντιδράσεις στην χρωστική και ακόμα πιο σπάνια λυποθυμικές τάσεις. Για το λόγο αυτό, η εξέταση γίνεται πάντα με την παρουσία αναισθησιολόγου και τέτοια πιθανά ενδεχόμενα αντιμετωπίζονται κατάλληλα με τη χορήγηση φαρμάκων, εφόσον χρειαστεί.
Αντενδείξεις, είναι βαριές καρδιοπάθειες, νεφροπάθειες, ηπατοπάθειες, η κύηση καθώς και αλλεργία σε σκιαγραφικά κ.α.
Αυτό που πρέπει να γνωρίζουμε είναι ότι η φλουοραγγειογραφία είναι εξέταση πολύ συχνή, ενώ οι επιπλοκές σπάνιες.
To Verion Image Guided System είναι ένα σύγχρονο σύστημα ακριβείας για την σχεδίαση και την εκτέλεση των επεμβάσεων καταρράκτη. Το σύστημα είναι αναπτυγμένο με τέτοιον τρόπο ώστε να βελτιώνει την διαδικασία της διάγνωσης, σχεδιασμού και της εκτέλεσης με την βοήθεια υψηλής ποιότητας απεικόνισης. Η ακρίβεια και η βέλτιστη όραση για τον ασθενή είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του συστήματος το οποίο πλέον είναι οργανικό τμήμα της διαδικασίας επεμβάσεων καταρράκτη στο EyeClinic.
Οphthalmological Research Center
Βασιλίσσης Σοφίας 64, 3ος-6ος όροφος
Τηλ: 210 7295000
Fax: 210 3622245
info@eyeclinic.com.gr